Η ΠΟΙΗΣΗ ΝΙΚΑ ΤΗ ΛΗΘΗ...
Μια “κραυγή” και μια προσπάθεια να “εμπιστευθεί το κενό” ώθησαν την αρχιτέκτονα ΕΥΑ ΜΟΔΙΝΟΥ στην πρώτη της “Στιχομυθία”, ενώ ετοιμάζεται να την ακολουθήσει “Το Κοίλο της Σιωπής”.
Με “το βλέμμα της Αριάδνης στο λαβύρινθο των ωρών” η Εύα Μοδινού -ηθελημένα ή αθέλητα- υποδεικνύει την έξοδο. Εξάλλου, ως αρχιτεκτόνισσα το σχέδιο το γνωρίζει.
Τα ποιητικά υλικά της ποιοτικά και στέρεα: εμπιστοσύνη στο κενό, στίχοι που διακρίνεις “αυτόν τον άλλο χρόνο”, απόλυτη συναίνεση στην ποιητική επιλογή, παρηγορία που σου παρέχουν οι πνευματικοί νόμοι.
Τα διακρίνει κάποιος όλα αυτά, μέσα από τη “Στιχομυθία”. Ποιητική δουλειά που κυκλοφορεί ήδη από τις εκδόσεις “Εριφύλη”. Αλλά εν τω μεταξύ αρχές του καινούργιου έτους μια καινούργια ποιητική συλλογή της Εύας Μοδινού θα βρίσκεται στις προθήκες. “Το Κοίλο της Σιωπής”. Με την “ψηλάφηση της ίδιας της Σιωπής” αυτή τη φορά. Διότι η Σιωπή στο “ευήκοον ους” και τί δεν αποκαλύπτει!
Η συζήτηση που ακολουθεί, φυσικά, περί ποίησης. Σε μια απόλυτα αντιποιητική εποχή που όλο βιάζεται, σκοντάφτει και δεν βλέπει. Μόνο κοιτά. Χωρίς επίγνωση, συνείδηση και ένστικτο, πολλές φορές. Τις πιο πολλές φορές.
- «Στιχομυθία» με τι, κυρία Μοδινού; Τη ζωή, τον έρωτα, την ποίηση, τους άλλους...
- Στιχομυθία σημαίνει διάλογος με στίχους, απαιτεί πρόσωπα. Αν δεν υπάρχουν μπορεί να γίνει εσωτερικός μονόλογος ή μια προσπάθεια «να εμπιστευτεί κανείς το κενό»i. Όταν συμβαίνει αυτό, τότε μιλάς μόνο γι' αυτά που βρίσκονται βαθιά στη ρίζα σου.
Η «Στιχομυθία» -για μένα- είναι μια προσπάθεια να βρω ένα τρόπο να εμπιστευτώ το κενό.
Για κάποιον άλλον που θα διαβάσει το βιβλίο, μπορεί να είναι κάτι τελείως διαφορετικό.
- Τι είναι εκείνο που κάνει την ποίηση να αντέχει σε πείσμα μιας αντιποιητικότατης εποχής και φυσικά μιας ακόμα πιο αντιποιητικής βιασύνης;
- Η ποίηση θ΄ αντέχει όσο υπάρχει αυτή η ανερμήνευτη συγκίνηση που μας κατακλύζει κάποιες φορές αιφνίδια και γυρεύει διέξοδο. Θ΄ αντέχει όσο ο άνθρωπος δεν θ΄ αρκείται μονάχα στην κάλυψη των βασικών του αναγκών, αλλά θα θέλει και το άλλο: αυτό που «δίνει το σώμα στην ψυχή / την ψυχή στο Όλον».
Εξ άλλου δεν έχει απαντηθεί ούτε ένα από τα βασικά ερωτήματα: «ποιός είμαι - από πού έρχομαι – πού πηγαίνω». Κι όχι πως η ποίηση απαντά σ΄ αυτά τα ερωτήματα – είναι δουλειά της θρησκείας ή της φιλοσοφίας ν΄ απαντήσει – όμως τα υπενθυμίζει, τα μετασχηματίζει σε μοχλό, κινητοποιώντας την ψυχή.
Ακόμη κι αν η εποχή μας είναι αντιποιητική, η ποίηση θα βρει τρόπο να μας συναντήσει αν δεν συνθηκολογήσουμε μ’ αυτήν την φρενίτιδα της καθημερινής τριβής.
Όσο για την αντιποιητική βιάση που μας κεντρίζει διαρκώς, ας αναλογιστούμε: όλες αυτές οι στοιβαγμένες δραστηριότητες που διεκδικούν τον χρόνο μας, καλύπτουν τις πραγματικές μας ανάγκες;
Δουλεύοντας ως αρχιτέκτονας από το 1989, βλέπω όλο και εντονότερα πως θυσιάζουμε την εξοικείωση του υλικού της γνώσης και της εμπειρίας μας, χάριν του όγκου. Καταναλώνουμε γνώσεις και εμπειρίες κατακερματισμένες, διεθνοποιημένες, χωρίς να γίνονται κτήμα μας. Προσεγγίζουμε το κάθε τι ορθολογιστικά και συχνά μονάχα χρησιμοθηρικά. Βιώνουμε επιδερμικά. Ικανότητές μας που δεν είναι μετρήσιμες, όπως η διαίσθηση, έχουν ατροφήσει.
Έχω την αίσθηση πως οι ποιητές που μπορούν ν΄ αφήσουν ένα χνάρι, είναι αδύνατον να επιβιώσουν στην εποχή μας αν δεν χειριστούν αυτήν τη βιάση, αν δεν εμπιστευτούν αυτό που δεν εξαργυρώνεται άμεσα.
- Και τι είναι εκείνο που μπορεί να κάνει κάποιον να σκύψει επάνω απ’ αυτήν; Την ποίηση την επιλέγουμε ή μας επιλέγει;
- Η αφορμή που θα ωθήσει κάποιον στην ποίηση μπορεί να είναι απλώς ένα ποίημα, ενώ για κάποιον άλλον ένα συνταραχτικό βίωμα. Μπορεί να είναι ένα φωτεινό διάλειμμα στη ζωή, ένας έρωτας ή μία οδυνηρή εμπειρία που ζητά λύτρωση. Μπορεί να είναι και όλα αυτά μαζί συγχρόνως.
Πιστεύω πως η ποίηση μας επιλέγει στην αρχή, δεν την επιλέγουμε. Μετά την πρώτη αυτή συνάντηση είμαστε εμείς που θα συναινέσουμε ή θ΄ αρνηθούμε.
- Οι ενότητές σας -ερήμην, νόστος, επιστροφή, το ψηφιδωτό της οδύνης, καθρεφτίσματα, στιχομυθία, νερό της λήθης, το ρόδο, αιμάσσον όριο, το ποτάμι, απουσία- σκιαγραφούν έναν αντικατοπτρισμό ζωής και μια μοναξιά. Στην οδύνη βρίσκεται η ηδονή της ποίησης, κυρία Μοδινού;
- Στην οδύνη βρίσκεται μονάχα η οδύνη τις περισσότερες φορές. Αν ωστόσο η ποίηση αγγίζει ένα θρησκευτικό συναίσθημα, τότε μπορούμε να μιλήσουμε για χαρμολύπη.
Το βίωμα της ποίησης ξεπερνά την ηδονή. Είναι Μέθεξη.
Όμως πάνω απ΄ όλα, τα ποιήματα φέρουν την αλήθεια κάθε ποιητή. Μπορεί να περιέχουν οδύνη, μπορεί να περιέχουν ηδονή, συναισθήματα μετασχηματισμένα στο φως της ποίησης.
Αυτός ο μετασχηματισμός είναι που μετράει, που μας μεταφέρει πέρα από την οδύνη και την ηδονή.
- Σε ένα στίχο τι είναι εκείνο που έχει τη μεγαλύτερη σημασία για σας: η τοξίνη των λέξεων, η μουσική του, η εικόνα, ενδεχομένως το νόημά του...
- Πιστεύω πως αν βάλει κανείς προτεραιότητες μορφολογίας, έχει χάσει την αλήθεια του ποιήματος.
Ακόμη κι αν ένας στίχος είναι ολότελα αδέξιος αλλά υπηρετεί την αλήθεια του ποιήματος, δίνει τη δυνατότητα στον ποιητή να βγάλει κάποτε διαμάντι από αυτόν. Αν όμως απλά ισορροπεί τη μουσική, την εικόνα, το νόημα, χωρίς να υπηρετεί συνειδητά ή ασυνείδητα την αλήθεια αυτή, μπορεί να δώσει ένα άρτιο ποίημα, που θα έχει χάσει όμως το στόχο του.
Ευτυχώς που δεν υπάρχουν συνταγές, για να είμαστε υποχρεωμένοι να υπερασπιζόμαστε την αλήθεια του ποιήματος ακόμη κι όταν δεν την συνειδητοποιούμε, δηλαδή κατά κάποιο τρόπο να «εμπιστευόμαστε το κενό».
- «Η κάννη που σε σημαδεύει αθέατη…» i το καλό και το κακό είναι αθέατο, κυρία Μοδινού; Και εν τέλει η ποίηση σε βοηθά να το διακρίνεις;
- Νομίζω ότι το καλό και το κακό όταν συντελεστούν το αναγνωρίζουμε είτε από τις συνέπειες αν είναι ξεκάθαρες, είτε από το συναίσθημα που αφήνουν στην ψυχή. Αυτό που είναι ίσως αθέατο είναι το «εν δυνάμει» του κακού και του κακού πριν γίνει έργο, εκεί στο μοιραίο μεταίχμιο. Είναι η κρίσιμη ώρα της επιλογής, εκεί που χρειάζεται όλη η εγρήγορση και συγχρόνως όλη η επιφύλαξή μας.
Ο χρόνος θα αποδείξει αν πράξαμε σωστά ή λανθασμένα, όχι ο χρόνος των εφήμερων συναλλαγών, αλλά ο άλλος χρόνος των πνευματικών νόμων. Αυτός είναι ένας χρόνος που νοιώθουμε να μας ξεπερνά γιατί αγγίζει την αιωνιότητά μας.
Η ποίηση - όταν είναι απαλλαγμένη από τα φτιασίδια της ματαιοδοξίας - σε βοηθά όχι μόνο να διακρίνεις αλλά και να «επεκταθείς» προς αυτόν τον άλλο χρόνο και τελικά να τον βιώσεις.
- Τον γρίφο της ύπαρξης;
- Για τον καθένα μας πόσο διαφορετικός είναι αυτός ο γρίφος!
Συχνά είναι σαν Γόρδιος Δεσμός.
Ποιός ξέρει αν μπορεί να λύσει κανείς τον Γόρδιο Δεσμό ή απλά και μόνο να τον κόψει;
Κι αν τον κόψει τι θα κερδίσει αν δεν είναι καταχτητής;
Ίσως η ποίηση σε φέρνει μπροστά σ΄ αυτόν τον Γόρδιο Δεσμό της ύπαρξης και σε βοηθά να τον αντικρίσεις. Δεν είναι λίγο αυτό.
- Την λήθη την νικά η ποίηση; Τον χρόνο;
- Την λήθη τη νικά κάθε έργο που περιέχει αγάπη. Κάθε έργο που μεταφέρει μιαν αδιαπραγμάτευτη αλήθεια.
Νιώθω μεγάλη παρηγοριά που λειτουργούν έτσι οι πνευματικοί νόμοι. Γιατί τι θα κάναμε αν διαρκούσαν τα έργα εκείνα που έλαμψαν στην εποχή τους όπως λάμπει ό,τι δεν είναι χρυσός;
Θα μας είχε περικυκλώσει η αλαζονεία των δημιουργών τους, η αυταπάτη, ο ναρκισσισμός τους.
Ή τι θα γινόμασταν χωρίς εκείνα τα μεγάλα έργα που βούλιαζαν στην αφάνεια στην εποχή τους, όπως οι πίνακες του Βαν Γκόγκ, τα τελευταία έργα του Ρέμπραντ, τα βιβλία του Κάφκα;
Ο χρόνος στα έργα τέχνης μα και σε κάθε πράξη μας λειτουργεί όπως ο αέρας και το νερό πάνω στα μεταλλεύματα. Δεν οξειδώνει τον χρυσό. Αφήνει αναλλοίωτο το πολύτιμο.
- Η απουσία είναι εκείνη που γεννά την ποίηση ή η παρουσία;
- Στην δική μου την περίπτωση ήταν η απουσία που με ώθησε προς την ποίηση, η παρουσία όμως ήταν αυτή που την γέννησε. Η παρουσία που έχει τη δύναμη να μετασχηματίσει την απουσία.
Ήταν σαν μία διαρκής ψυχοστασία, όπου δεν ήξερα την έκβαση.
Γι΄ αυτό δεν είναι εύκολο να εμπιστευτείς το κενό. Πρέπει να ετοιμαστείς γι΄ αυτό, να έρθει η κατάλληλη ώρα. Δοκιμάζεται ο πυρήνας της ύπαρξής σου. Αν τολμήσεις νωρίτερα απ΄ ό,τι πρέπει μπορεί να ρουφηχτείς από την άβυσσο που σου ανοίγει, να χαθείς. Αν δοκιμάσεις αργότερα μπορεί να μην έχεις ορμή να προχωρήσεις, να είσαι πια τόξο χωρίς βέλος. Ευαίσθητη στιγμή, επικίνδυνη.
Εδώ δεν σε βοηθά καμία λογική. Μονάχα η διαίσθηση, αν λειτουργεί. Μονάχα ο Θεός, αν πιστεύεις.
- Ένα ποίημα έρχεται…εντέχνως, με κόπο, από τα παιδικά μας χρόνια, από το μέλλον, από το πουθενά...
- Ίσως ένα ποίημα να κυοφορείται χρόνια και να μην το αντιλαμβανόμαστε.
Ίσως να είναι ένα καταστάλαγμα μετά από αλλεπάλληλες αποστάξεις εμπειριών, συναισθημάτων, σκέψεων.
Άλλοτε μπορεί να προκύψει αβίαστα με την πρώτη γραφή κι άλλοτε μπορεί να χρειαστεί αλλεπάλληλες διορθώσεις για να πάρει την τελική του μορφή. Υπάρχουν και τα προφητικά ποιήματα, που γράφει κανείς σαν μέσα σε έκσταση.
Υπάρχουν όμως και ποιήματα έντεχνα που έχουν συγκεκριμένη φόρμα, μετρική, τηρούν μια αναγνωρίσιμη πειθαρχία. Η αξία τους όμως δεν βρίσκεται στη γνώση των κανόνων, αλλά στην αλήθεια που υπηρετούν.
- Βάσανο ή βάλσαμο η ποιητική γραφή;
- Κάθε τι που αγαπάς και του δίνεσαι σου δημιουργεί ευθύνη. Και κάθε τι που σου δημιουργεί ευθύνη είναι βάσανο. Όπως και κάθε που ξεχρεώνεις ένα κομμάτι αυτής της ευθύνης είναι βάλσαμο.
Ίσως είναι αυτό που είπε ο Ρίλκε : «το κάθε τι που του δίνομαι, πλουταίνει και θα με σπαταλήσει».
- Τις κλείνει, τελικά, η ποίηση τις «ρωγμές» ή τις ανοίγει;
- Μα αν υπάρχει Ρωγμή και εν τέλει κλείσει, από που θ΄ αντλείται η υπερευαισθησία της ποίησης;
Μου φαίνεται πως όλοι πασχίζουμε να κλείσουμε τις «ρωγμές» μας, μερικές φορές όπως όπως ή έστω να τις ναρκώσουμε, να τις λησμονήσουμε κι έπειτα να χτίσουμε μια νέα εικόνα.
Μια νέα εικόνα που μπορεί να μην έχει σχέση μ΄ αυτό που είμαστε πραγματικά.
Τελικά πιστεύω πως η ποίηση ούτε κλείνει τις «ρωγμές» ούτε τις ανοίγει, αλλά μας βοηθά να τις δούμε, να τις αντιμετωπίσουμε και να τις βιώσουμε με άλλο τρόπο. Είναι το όχημα που μας ταξιδεύει στα βάθη τους.
Γιατί μια Ρωγμή μπορεί να είναι η αρχή του τέλους, αλλά μπορεί να είναι κι ένα άνοιγμα για να κοιτάξουμε βαθύτερα μέσα μας και ποιός ξέρει ακόμα και πέρα από τον εαυτό μας.
Ελένη Γκίκα
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Έθνος της Κυριακής», στις 24-30/11/2002.