(απόσπασμα)
Γη από κρίνους του βάλτου και σπαρμένες φωλιές
γη από χιονισμένα ηφαίστεια και φωνές ανεπίστρεπτες
η παγωμένη σου άχνα σκέπαζε τον ουρανό
τα δέντρα σκέπαζε και την ορμητική πορφύρα της ψυχής
που επέστρεφε στο στήθος
όπως επιστρέφουν τα πουλιά
στον πρώτο τους θάνατο∙
και η ανάμνηση σου μας κρατούσε
όπως ο βοσκός το αρνί που σφάζει
μας άνοιγε προσεκτικά την κοιλιά
έχωνε το χέρι του στην πληγή
φράζοντάς μας το στόμα
(...)