Εύα Μοδινού
άρθρα / επιστροφή

ΕΝΑΣ ΕΛΑΧΙΣΤΟΣ ΣΠΟΡΟΣ ΣΤΟ ΑΠΕΡΑΝΤΟ ΣΥΜΠΑΝ

Όταν με ρώτησαν κάποτε γιατί γράφω ποιήματα, απάντησα : «για να βρω την αλήθεια μέσα μου.»
Η ποίηση είναι για μένα ένας τρόπος νηπτικής ασκήσεως, ένας τρόπος δηλαδή, να προσεγγίζω τον έσω άνθρωπο, το Πρόσωπο πίσω από τα φαινόμενα.
Και η νήψη, όπως την αναλύουν οι Πατέρες της Εκκλησίας, είναι μια νοητική διαδικασία και συγχρόνως μια βαθιά εμπειρία απελευθέρωσης από τις γοητείες και τις πλάνες που πολιορκούν την ψυχή. Απαιτεί διαρκή πνευματική εγρήγορση και συχνά είναι επώδυνη γιατί το να βιώνει κανείς αυτό που πραγματικά είναι κι όχι αυτό που θα ήθελε να είναι, προϋποθέτει ένα αδιάκοπο εσωτερικό σφυροκόπημα.
Κάτω από τα στοργικά φτερά της ποιητικής έμπνευσης και της δημιουργικής χαράς, το σφυροκόπημα αυτό βρίσκει ένα έλεος μαζί και ένα στόχο. Κι είναι χαρά πραγματική όταν κάποτε καταφέρνει να κοινωνήσει στον Άλλον κάτι από τη μέθεξη αυτής της έμπνευσης ή ακόμη και από το αιώνιο υπαρξιακό δράμα, από το σπαραγμό της κατάβασης στον έσω άνθρωπο.
Ίσως γι’ αυτό να καταθέτω κι εγώ τη φωνή μου, αυτά τα λίγα ποιητικά μου κατασταλάγματα, ελπίζοντας πως από την απελευθέρωση που μου προσφέρει η ποίηση, κάτι μπορεί να μεταφερθεί στο συνδημιουργό - παραλήπτη.
Κάνοντας ωστόσο και την αυτοκριτική μου, βλέπω ότι ιδιαίτερα η πρώτη Ποιητική μου Συλλογή φέρει πολλά ανεπεξέργαστα στοιχεία μιας εκρηκτικής διάθεσης ενθουσιασμού από το βίωμα της ποιητικής έμπνευσης – μέθεξης, που μου είχε προσφερθεί.
Τώρα μετά από επτά χρόνια από την έκδοση της πρώτης εκείνης Συλλογής, συνειδητοποιώ πόσο ακούραστα οφείλει να μάχεται κανείς για να φθάσει στην ουσία της ποίησης, ελευθερώνοντας το ποίημα από τη γοητεία των λέξεων και των εικόνων.
Ο αληθινά βαθύς ποιητικός λόγος είναι πυκνός, απέριττος, μεστός συναισθημάτων και νοημάτων, ανατρεπτικός με φυσικό κι όχι με τεχνητό τρόπο, και γι’ αυτό λυτρωτικός.
Και η ποίηση που φέρει ένα τέτοιο λόγο, έχει ξεπεράσει την επιθυμία να γοητεύσει, άρα δεν μπορεί και να απογοητεύσει.
Επειδή όμως, η πρόθεση του ποιητή είναι μονάχα το θεμέλιο, η αρχή, ενώ ο δρόμος προς τον αληθινά λυτρωτικό ποιητικό λόγο είναι μακρύς και δύσκολος, δεν ξέρω αν θα φθάσω ποτέ σε μια τέτοια δημιουργική πληρότητα.
Νιώθω όπως αυτός που έχει ξεκινήσει να τρέχει σ’ ένα Μαραθώνιο. Ακόμη κι αν τερματίσει τελευταίος, θα έχει τρέξει όλη τη διαδρομή. Δεν είναι λίγο αυτό.
Γιατί, όπως είπε και ο Ράϊνερ Μαρία Ρίλκε : «αυτό που του δίνομαι πλουταίνει και θα με σπαταλήσει.» Κι αυτή η «σπατάλη» αξίζει μιας και είναι το μόνο που μπορεί να κάνει αυτός που γράφει ποιήματα : να καταθέσει ένα μικρό – ασήμαντο ίσως - σπόρο στο απέραντο σύμπαν της αγάπης και της αιωνιότητας.

30/9/2008
Εύα Μοδινού

Δημοσιεύτηκε στο περιοδικό «Πάροδος», (Πρόσωπα (δ), τεύχος 26-27, περίοδος δεύτερη.