Εύα Μοδινού
για το έργο της / επιστροφή

ΕΥΑ ΜΟΔΙΝΟΥ, Η ηλικία της πέτρας, Εκδόσεις Γκοβόστη, Αθήνα 2017

Στο οπισθόφυλλο της έκτης ποιητικής συλλογής της Εύας Μοδινού υπάρχει μια φράση του Γάλλου φιλοσόφου Bachelard:

Τον βίαιο, σπάνιο σκληρό βράχο δεν τον κατεργάζεται η φωτιά. Αυτός που επεξεργάζεται τον βράχο τον αγαπά...

Πράγματι, ολόκληρο το βιβλίο μιλά για την αγάπη, αυτή που μπορεί να κατεργαστεί και τον πιο σκληρό και μοιραίο πυρήνα των τραυμάτων, αυτή που μπορεί να διαβεί όλα τα κατώφλια του χρόνου και να ενώσει τον άνθρωπο με έναν άφθαρτο, αλλά και τρυφερό κόσμο, μακριά από την αρρώστια, μακριά από το τραύμα και τον θάνατο. Το βιβλίο ξεκινά με ένα ποίημα - προοίμιο, που επιγράφεται Ποίηση Ι. Σε αυτό το ποίημα η ποιήτρια μιλά για τον δικό της τρόπο να δημιουργεί: καρφώνω τη Σιωπή/ ανεβαίνοντας, μας λέει, προετοιμάζοντάς μας για μια ποίηση εσωτερική, χαμηλόφωνη, αλλά γεμάτη με την πάμφωτη αγωνία της ύπαρξης, για έναν τρόπο έκφρασης εντέλει που πηγαίνει βαθύτερα από τις φωνές και τις ρητορείες.

Στη συνέχεια η συλλογή χωρίζεται σε πέντε ενότητες:

1η ενότητα: Το ποτάμι

Η πανσέληνος, η κόκκινη σαν αίμα βυθίζει στον νόστο. Αυτός ο νόστος είναι η επιστροφή στο βιωμένο χθες, όταν ακόμη ζωντανοί/ κοιτάξαμε σπασμένες πυξίδες/ τα όνειρά μας. Στα επόμενα ποιήματα της ενότητας βρισκόμαστε σε έναν χώρο μοναδικής συγχρονίας: εκεί όπου μπορεί κανείς να ζει στο παρόν βιώνοντάς το ως παρελθόν ή να επιστρέφει στη μνήμη ζωντανεύοντας ξανά το τραύμα. Τελικά, καθώς παρελθόν και παρόν συμπλέκονται, γίνεται εμφανής μια αίσθηση πως όλα είναι ήδη χαμένα, αλλά και αιώνια, σαν την οριακή στιγμή μιας γυναίκας που βουτά στο κενό, σαν τον επαναλαμβανόμενο εφιάλτη μιας ψύχωσης, σαν την αιωνιότητα των ποταμών, σαν τους αιώνιους μύθους του Νάρκισσου και της Οφηλίας.

2η ενότητα: Ο έρωτας

Την ενότητα ανοίγει και πάλι η σελήνη, κόκκινη σαν αίμα, προμηνύοντας πως οι ιστορίες των ερώτων έχουν μιαν αφανή έκβαση, μιαν εσωτερική παράλληλη ζωή, ακόμη και μέσα στον θάνατο, σαν το όνειρο που ολοζώντανο διακόπτει τον θάνατο μιας κρεμασμένης γυναίκας. Οι μύθοι επανέρχονται, για να φωτίσουν τη φύση του βαθύτερου έρωτα, μέσα από τις μορφές της ωραίας κοιμωμένης και της Ευρυδίκης. Και τώρα ο έρωτάς μας/ μια οξυκόρυφη σιωπή στον ουρανό: ένα εμβατήριο πένθιμο και κατακόρυφο λοιπόν, για να θυμηθούμε τον Καρυωτάκη, μια κραυγή των θνητών που παλεύουν να αγγίξουν πράγματα αιώνια, για να απαλυνθεί – έστω λίγο – ο πόνος.

3η ενότητα: Η πέτρα

Η πανσέληνος εδώ φέρνει πίσω τους νεκρούς ως αγγέλους άφτερους που προσπαθούν να αρθρώσουν το ανείπωτο. Κι εμείς, οι αναγνώστες, που παλεύουμε ακόμη με τις αισθητές πλάνες, πρέπει εδώ να ακολουθήσουμε τις ψυχές πατώντας πάνω σε ένα μεταίχμιο, ακολουθώντας τη δική τους κάθοδο: επισκεπτόμαστε αρχαίους τόπους, όπως ο τάφος των Ανθεμίων, θρηνούμε ξανά, ως να έγινε σήμερα, τον θάνατο της μικρής Αντιγόνης, γινόμαστε η πέτρα που θα επιζήσει μέσα σε άπειρες καθόδους και πτώσεις.

4η ενότητα: Η έλξη της βαρύτητας

Υπάρχει ίμερος θανάτου; Μπορεί κανείς να επιστρέψει άφοβος στις ρίζες του πόνου του; Το σεληνόφως πια υπόσχεται ότι η αύρα η λεπτή στο τέλος όλα θα τα’ αλλάξει. Όμως ίσως οι υποσχέσεις δεν έχουν πια σημασία: η ζωή περνά πια μέσα από ένα καλειδοσκόπιο κι έτσι οι λεπτομέρειες των βιωμάτων μας αλλάζουν πλέον μορφή και διάσταση. Τότε είναι το φως κομμένο σε φέτες, γράφει η ποιήτρια, όταν δηλαδή κατεβαίνουμε πια στο σκοτεινό πηγάδι τους εαυτού μας:

Και ο θεός σ’ ένα παράλληλο Σύμπαν
ανεξερεύνητος όταν η πληγή γίνεται πέτρινο πηγάδι
καθώς κλείνεσαι μέσα σου ολοένα και πιο πυκνή ύλη
αυξάνοντας την έλξη της βαρύτητας έως...


5η ενότητα: Ένα ελαφρύ βήμα

Αυτή την ενότητα δεν την ανοίγει η σελήνη. Δεν χρειάζεται τίποτα, για να φωτίσει την αρχαία σκηνή, γιατί είναι αυτόφωτη, είναι η ίδια ένα φέγγος. Δεν υπάρχει πια στην τραγωδία τούτη φόβος του θανάτου: Αφήστε με λοιπόν να αναπαυθώ, φωνάζει ο νεκρός, όπως φώναζε και ο Σωκράτης καθησυχάζοντας τους μαθητές του, πως ο φιλόσοφος, αυτός που έχει κατανοήσει την αλήθεια, δεν έχει να φοβηθεί τίποτε από τον θάνατο. Όλα πια είναι ένα ελαφρύ βήμα προς το πραγματικό φως. Έτσι η πανσέληνος στο τέλος έρχεται μόνο για να επιβεβαιώσει γαλήνια πως:

Τόσο αίμα τόσος μόχθος μονάχα
για μιαν ασημένια προσωπίδα
σαν όψη φεγγαριού πάνω στο τραύμα.


Η συλλογή κλείνει με έναν κύκλο. Τελευταίο ποίημα: Ποίηση ΙΙ. Όλα έχουν γκρεμιστεί: το ποτάμι δίχως όχθες/ καταρράχτης, ο έρωτας που βαπτίζεται στο καμίνι του/ ώσπου να γίνει μια σιδερένια αιχμή/ σε τόξο μύστη, οι αναμνήσεις, το σώμα, ο εαυτός και μένουν μόνο λίγες λέξεις, για να προτείνουν στη γυμνή ψυχή ένα σώμα/ μια κιβωτό του ονείρου στην θέση εκείνου/ του περιπαθούς του δοξασμένου που/ Τώρα στο λίγο χώμα του χωνεύεται αργά - / λίπασμα μνήμης.

Η παρούσα συλλογή της Εύας Μοδινού, αλλά και ολόκληρο το μέχρι τώρα ποιητικό της έργο συνιστούν μια ιδιαίτερη θέαση του κόσμου μέσα από έναν ποιητικό λόγο λιτό, πυκνό και βαθιά ριζωμένο στα χώματα των μεγάλων κλασικών ποιημάτων και μύθων. Δεν θα ήταν υπερβολικό να πω ότι μπορεί το έργο αυτό να διαβαστεί ως μια καίρια αισθητική πρόταση για το παρόν και το μέλλον της ποίησης στον τόπο μας, μακριά από βερμπαλισμούς, πόζες και ρηχές αναζητήσεις. Η ποιήτρια αναζητά με θάρρος και υπομονή την αλήθεια, μέσα στον σύγχρονο κόσμο της αποδόμησης, στον οποίο η πίστη σε αυτήν έχει χαθεί. Το ίδιο θάρρος δείχνει και όταν αποκαλύπτει την άλλη πλευρά των πραγμάτων: τη φωτεινή μέσα στο σκότος, την τρυφερή μέσα στις σκληρότερες αλήθειες.

Άννα Γρίβα

Δημοσιεύτηκε στο περιοδικό "Τα Ποιητικά", τεύχος 32, Δεκέμβριος 2018.