ΤΡΙΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΣΤΟ "ΚΟΥΚΟΥΤΣΙ", ΤΕΥΧΟΣ 6, ΚΑΛΟΚΑΙΡΙ - ΦΘΙΝΟΠΩΡΟ 2012

ΤΡΙΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΣΤΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ “ΚΟΥΚΟΥΤΣΙ”, ΤΕΥΧΟΣ 6, ΚΑΛΟΚΑΙΡΙ-ΦΘΙΝΟΠΩΡΟ 2012

Τ’ Όνειρο της Πεντάμορφης*

Ι.
Ο πυροστρόβιλος του κόσμου λησμονιέται
στην ακίνητη ώρα

στων αηδονιών τ’ ανάλαφρα λιγνά φτερούδια
στις ύστατες μαρμάρινες χειρονομίες αυτών που φεύγουν

γιατί ο θερισμός ήρθε γοργά
αναπάντεχα ήρθε

βρήκε τα μολυβένια πύραυνα της νύχτας
να βουλιάζουν στ’ ανοιχτό μου στέρνο

του έρωτα τις ταυροκεφαλές να λαμπυρίζουν
ολόχρυσες στις σπείρες των ονείρων βαθιά

στον πέτρινό μου ύπνο έσφιγγα ακόμη
στις γροθιές το νήμα της Αριάδνης

για την αγάπη τόχα κάποτε τυλίξει
και τώρα ξετυλιγμένο χάνεται χωρίς την άκρη

μα δεν θυμάμαι πια…

III.

Άφησέ με μέσα σε μια βαθειά καλντέρα να κοιμάμαι
με τ’ ακριβό το χτένι της αγάπης
μέσα στα όνειρά μου που σαν πανιά μαρμαρωμένα
σταθήκανε μετέωρα χωρίς ανέμους

Δεν ταξιδεύει ο ουρανός χωρίς τ’ αστέρια
μόνο οι νύχτες ατσάλινες ντύνουν τις ώρες
στις ρίζες του γκρεμού μονάχα οι νύχτες
σταλάζουν το μαύρο ίζημα του χωρισμού

Μη με ξυπνάς!

Δεν είναι η Άβυσσος που με τρομάζει
είναι οι βουερές ωκεάνειες ορμές στο στέρνο

η αιφνίδια Ορογένεση μες στην καρδιά μου
καθώς τινάζεται με βία τρομερή ν’ ανοίξει δρόμο
το μάγμα του ρευστού μου πόθου να κυλήσει
να πάρει σχήμα και μορφή στα ρόδινα ιδανικά
νερά του Χρόνου

Μη με ξυπνάς!

Δεν θέλω να επιστρέψω στο τριβείο της ζωής
τόσους νεκρούς να συναντώ στην άλικη καμπή
της μέρας

φοβάμαι την επώδυνη Κοσμογονία την Ψυχή μου
που πρέπει να διαβεί τον Άδη
με τη γδαρμένη μου ζωή στους ώμους

φοβάμαι το αίμα
μην τύχει και βαρύνει αιφνίδια και ρουφηχτεί

μέσα σε κάποια σκοτεινή απύθμενη Ρωγμή…

ΙV.

Άσε με να βυθιστώ στον κεχριμπαρένιο μου ύπνο
το φεγγάρι γεμίζει τόσο γρήγορα

στον πορφυρό μου ύπνο να βυθιστώ
στον ασημένιο άνεμο που πνέει μέσα στα μαλλιά μου
σαν μέσα σε πυκνό φοινικόδασος

στον ίσκιο το βαθύ στις πικροδάφνες
με τα σπουργίτια να φτεροκοπούν στα μάγουλά μου

Άσε με στους κήπους τ’ ουρανού να ταξιδέψω
δεν λαχταρώ τον πόθο του Πελάγους
μονάχα αυτήν την ταπεινή γωνιά
της αιώνιας γαλήνης λαχταρώ που ανθίζει

Έζησα στην πιο βαθειά μου ερημιά χωρίς αγάπη
κανείς δεν κατάλαβε ποτέ πόσο διψούσα
πόσο κρύωνα

πόσο φοβόμουν μες στο σκοτάδι του κόσμου

Άσε με σ’ αυτήν τη μαύρη Πέτρα
να γείρω στο χείλος του γκρεμού

είναι αργά πια έχω χάσει όλες τις ηλικίες της νιότης
χρόνια παγώνω μέσα στ’ άλιωτο χιόνι
στην προσμονή

δεν μπορείς να μου φέρεις πίσω τις δροσερές ελπίδες μου

νυχτώνει

τ’ αστέρια θαρθούν να λύσουν τα παλαμάρια του ύπνου
ελεύθερη θα γλιστρήσω στη σιωπή του απείρου
χωρίς Αρχή και Τέλος

έξω από το Χρόνο
στην απεραντοσύνη του αιώνιου

δεν θα κομματιάζεται η σκέψη μου πια
πάνω στα βράχια της τρέλας

κι η Απουσία δεν θάναι μια θάλασσα μαρμαρωμένη

ο Τρόμος με τις υλακές τις σκοτεινές φωνές του δεν θάναι
παρά αδιόρατοι μινυρισμοί των ξωτικών πριν ξημερώσει

Άσε με να φύγω μες στ’ όνειρό μου

νυχτώνει

κανείς δεν έμεινε σ’ αυτό το ερειπωμένο Κοίλο
οι θεατές πήραν τους ίσκιους τους και φύγαν
τελείωσε η παράσταση από χρόνια

ο κύκλος κλείνει

μείναμε μόνοι εγώ κι εσύ ν’ αναζητούμε
έναν προορισμό χαμένο

Άσε με να φύγω
νυχτώνει…

▬■▬

*Τα τρία αυτά ποιήματα – εμπνευσμένα από “Το Παραμύθι της Πεντάμορφης” του Γιαννούλη Χαλεπά- είναι μέρος μιας ενότητας ποιημάτων που έχουν συμπεριληφθεί στην Ποιητική Σύνθεση με τίτλο “Για Πάντα – Ποίηση σε επτά Πράξεις»”, Εκδόσεις των Φίλων, Αθήνα 2012.